Το υπέδαφος της Σίφνου αποτελείται κυρίως από σχιστόλιθους, γνεύσιους και μάρμαρα, αλλά επίσης είναι και μεταλλοφόρο και περιέχει αργυρούχο μόλυβδο, χαλκό, σίδηρο και ψευδάργυρο, στοιχείο που διαδραμάτισε καταλυτικό ρόλο στην ανάπτυξη του νησιού από την προϊστορική εποχή, καθώς η έναρξη της εκμετάλλευσης των μεταλλοφόρων κοιτασμάτων έδωσε ώθηση στη γενικότερη πολιτιστική εξέλιξη, αποτελώντας ένα από τα κύρια στάδια της μετάβασης από την Εποχή του Λίθου στη Εποχή του Χαλκού.
Υπάρχουν δυο τοξοειδής μεταλλοφόρες ζώνες:
Η μια με κοιτάσματα αργυρούχου μόλυβδου βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του νησιού και εκτείνεται από βορειοανατολικά προς νοτιοδυτικά, από τις θέσεις Άγιος Σώστης, Άγιος Συλίβεστρος, Βορεινή, Κάψαλος και Ξερόξυλο.
Η δεύτερη εκτείνεται από την περιοχή του Αϊ Γιάννη στο Φάρο προς Αποκοφτό και Άσπρο Πύργο.
Στη χερσόνησο του Αϊ Σώστη αποδείχτηκε ότι η πρώτη μεταλλευτική δραστηριότητα για την παραγωγή αργύρου και μολύβδου άρχισε τουλάχιστον από την αρχή της 3ης χιλιετίας π.Χ. στοιχείο που καθιστά το συγκεκριμένο μεταλλείο ως το αρχαιότερο αργυρωρυχείο του κόσμου. Αρχαιολογικοί Χώροι
3η χιλ. π.Χ.: Εκμετάλλευση ορυχείων αργύρου Άγιου Σώστη, Αγ. Συλβέστρου (ή Συλίβεστρου), Βορεινής, Κάψαλου. Ξερόξυλου
Αρχαϊκή εποχή (700-480π. Χ): Εκμετάλλευση ορυχείων αργύρου Άγιου Σώστη, Αγ. Συλβέστρου (ή Συλίβεστρου), Βορεινής, Κάψαλου,Ξερόξυλου και εκμετάλλευση μεταλλείων χρυσού περιοχής Αϊ Γιάννη Φάρου, Αποκοφτού και Άσπρου Πύργου.
19ος και 20ος αι. μ.Χ.: Εξόρυξη σιδήρου των μεταλλείων του Άγιου Σώστη, Αγ. Συλβέστρου (ή Συλίβεστρου), Βορεινής, Κάψαλου.
Πηγή: «ΣΙΦΝΟΣ, ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΑ», ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ Α. ΤΕΛΕΒΑΝΤΟΥ, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, ΚΑ’ ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ, ΑΘΗΝΑ 2008
Το Κάστρο είναι η παλιά πρωτεύουσα της Σίφνου. Κατοικείται αδιάκοπα από τους προϊστορικούς χρόνους (πρώτη εγκατάσταση στο λόφο την 3η χιλιετία π.Χ.) έως σήμερα. Πρόκειται για το αρχαίο «Άστυ» που αναφέρει ο Ηρόδοτος και που ήκμασε τον 6ο π.Χ. αι., με Πρυτανείο, μεγάλο ναό και θέατρο του Διονύσου και πολυτελή δημόσια κτήρια από λευκό παριανό μάρμαρο («λευκόφρυς αγορά»).
Το όνομα του χωριού προέρχεται από το «κάστρο» που σχηματίζουν τα κτήρια του. Ο οικισμός έχει ελλειψοειδή μορφή, γιατί ακολουθεί τη μορφολογία του εδάφους, έχει αμυντικό χαρακτήρα και διατηρεί αναλλοίωτη την οικοδομική οχυρωματική μεσαιωνική (ενετική) μορφή του. Διακρίνουμε δύο αμυντικούς δακτυλίους από κτήρια το ένα χτισμένο κολλητά με το άλλο, με τα αρχοντόσπιτα στον εσωτερικό δακτύλιο για μεγαλύτερη προστασία και τα λαϊκά σπίτια στον εξωτερικό δακτύλιο.
Στην κορυφή του λόφου βρίσκουμε τα ερείπια της αρχαίας ακρόπολης του Κάστρου (6ου π.Χ. αιώνα), που δέσποζε στην κορυφή του λόφου, με το τείχος από σιφνέικο μάρμαρο που την περιέβαλε και που είναι το μοναδικό μαρμάρινο τείχος της εποχής αυτής στις Κυκλάδες και το μοναδικό που σώζεται έως σήμερα.
Η αρχαία ακρόπολη, οι εντειχισμένες στα νεότερα κτήρια αρχαίες κολώνες, οι ρωμαϊκές σαρκοφάγοι που συναντάμε στα σοκάκια, οι έξι «λότζιες» (πύλες στοές από τις οποίες εισερχόμαστε στον οικισμό), τα εκκλησάκια του 16ου και του 17ου αι. με τα διακοσμημένα δάπεδα κ.α. καθιστούν όλο τον οικισμό του Κάστρου ένα ανοιχτό μουσείο.
Πρόκειται για τον πρώτο οργανωμένο επισκέψιμο αρχαιολογικό χώρο της Σίφνου που απλώνεται στο πλάτωμα του λόφου του Άγιου Ανδρέα (ή Αϊ Ντριά για τους ντόπιους) σε έκταση δέκα χιλιάδων περίπου τετραγωνικών μέτρων. Οι ανασκαφές που έγιναν στην περιοχή τόσο τη δεκαετία 70-80 από τη Σιφνιά Αρχαιολόγο Βαρβάρα Φιλιππάκη όσο και από την αρχαιολόγο Χριστίνα Τελεβάντου από το 1997 έως το 2007 έφεραν στο φως όχι μόνο το ισχυρό μεγαλοπρεπές μυκηναϊκό τείχος της Ακρόπολης αλλά και τον πυκνό πολεοδομικό ιστό που περιλαμβάνει, με το μεγάλο ιερό, τα οικοδομήματα, τους δρόμους, τα έργα διαχείρισης των ομβρίων υδάτων καθώς και πληθώρα ποικίλων κινητών ευρημάτων. Η πλήρης ανάδυση της εντυπωσιακής αυτής Ακρόπολης ύστερα από τόσες χιλιάδες χρόνια έδειξαν με τον πιο γλαφυρό τρόπο τη μεγαλοπρέπεια και την ευρωστία του νησιού.
Ο αρχαιολογικός χώρος στο λόφο του Αγίου Ανδρέα, με την Ακρόπολη του 13ου αι. π.Χ. και το μικρό σύγχρονο μουσείο, βραβεύτηκε το 2012 από τον οργανισμό EUROPA NOSTRA για την υποδειγματική του συντήρηση και παρουσίαση των ευρημάτων «ως εξαιρετικό παράδειγμα διατήρησης της πολιτιστικής μας κληρονομιάς».
Ο χώρος της Ακρόπολης, όπως και το εκθετήριο με τα ευρήματα από τις ανασκαφές της περιοχής, είναι επισκέψιμα όλο το χρόνο καθημερινά (εκτός Δευτέρας και αργίας) από τις 8:30 έως τις 15:30
Πηγή: «ΣΙΦΝΟΣ, ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΑ», ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ Α. ΤΕΛΕΒΑΝΤΟΥ, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, ΚΑ’ ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ, ΑΘΗΝΑ 2008
Η Ακρόπολη του Αγ. Νικήτα είναι μια από τις τέσσερις αρχαίες Ακροπόλεις του νησιού. Από το δρόμο της Χερρονήσου ξεκινάει ανηφορικό μονοπάτι που οδηγεί μετά από 45 λεπτά πεζοπορίας στην κορυφή του λόφου του Αγίου Νικήτα όπου δίπλα στην ομώνυμη εκκλησία διακρίνονται μέρη από τα τείχη της αρχαίας ακρόπολης και απομεινάρια αρχαίου πύργου.
Η Ακρόπολη του Πρ. Ηλία Τρουλλακιού είναι μια από τις τέσσερις αρχαίες Ακροπόλεις του νησιού. Από το δρόμο της Χερρονήσου ξεκινάει ανηφορικό μονοπάτι που οδηγεί μετά από 35 περίπου λεπτά πεζοπορίας στην κορυφή του λόφου του Προφήτη Ηλία (463 μ.) όπου και τα ίχνη της αρχαίας Ακρόπολης.
Κατά την περίοδο της ακμής του νησιού (γύρω στον 6ο αι. π. Χ.) και λόγω του πλούτου από τα κέρδη της εκμετάλλευσης των μεταλλείων οι Σιφνιοί άρχιζαν να κατασκευάζουν ένα δίκτυο πύργων σε όλη την έκταση του νησιού. Αρχικά κοντά στα μεταλλεία και αργότερα και στο υπόλοιπο νησί, σε καλλιεργήσιμες περιοχές και σε στρατηγικές θέσεις (κορυφές υψωμάτων και πλαγιές). Οι οχυρωματικές και αμυντικές αυτές κατασκευές χρησίμευαν τόσο ως παρατηρητήρια και φυλάκια που εξασφάλιζαν την επικοινωνία μέσα κι έξω από το νησί όσο και ως καταφύγια του αγροτικού πληθυσμού σε ξαφνικές πειρατικές επιδρομές. Όλοι οι πύργοι του νησιού ήταν στρογγυλοί. Επικοινωνούσαν μεταξύ τους αλλά και με τις τέσσερις αρχαίες ακροπόλεις, με σήματα κατόπτρων ή καπνού. Σήμερα η αρχαιολογική υπηρεσία έχει καταγράψει 76 αρχαίους πύργους στη Σίφνο, περισσότερους δηλαδή από ένα πύργο ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο. Αρκετοί από αυτούς βρίσκονται σε απομακρυσμένα σημεία και είναι πιο δυσπρόσιτοι, αλλά υπάρχουν και αρκετοί που είναι πιο εύκολα προσβάσιμοι.
Από αυτούς που σώζονται σε αρκετά μεγάλο ύψος και είναι πιο ευπρόσιτοι, ξεχωρίζουν ο Άσπρος Πύργος στον Παντοκράτορα (6ου π. Χ. αι.), ο Μαύρος πύργος στα Εξάμπελα (5ου π. Χ. αι.) και ο Πύργος στου Καδέ (4ου π. Χ. αι.) Από το 2003, σχεδόν δυόμιση χιλιάδες χρόνια μετά την πρώτη χρήση τους, τοπικοί φορείς και δεκάδες εθελοντές αναβιώνουν το σύστημα επικοινωνίας των φρυκτωριών κάθε χρόνο την Κυριακή της Πεντηκοστής.
Στην περιοχή « Κορακιές» στις Καμάρες ( ξεκινώντας απ’ το Υδραγωγείο και πολύ χαμηλότερα από τη Μαύρη Σπηλιά), βρίσκεται το «Ιερό των Νυμφών» με την εγχάρακτη επιγραφή σε βράχο αριστερά από την είσοδο της σπηλιάς «ΝΥΦΕΩΝ ΗΙΕΡΩΝ»
Πρόκειται για μεγάλη κατασκευή, πιθανώς μυκηναϊκός θολωτός τάφος, στη θέση που είναι γνωστή με το τοπωνύμιο «Σωρούδι» ( στην περιοχή του Παντοκράτορα), που προφανώς οφείλεται στον χωμάτινο σωρό εν είδη τύμβου. Η κατασκευή είναι υπέργεια, κτισμένη σε σχετικά επίπεδη επιφάνεια. Άλλωστε γι αυτό το λόγο και προκειμένου να συγκρατηθεί ο χωμάτινος σωρός που τον σκεπάζει είχε κατασκευαστεί περιμετρικά στη βάση του κυκλώπειο βαθμιδωτό άνδηρο, το οποίο είναι ορατό παρά την πυκνή βλάστηση. Στη δυτική πλευρά, η οποία είναι και η πιο απότομη, διαμορφώνονται δέκα βαθμίδες συνολικού ύψους 5,50 μ. Το μέγιστο ύψος του τύμβου μαζί με το βαθμιδωτό ανάλημμα φτάνει τα 20,45 μ. Από την ταφική αυτή κατασκευή, η οποία πιθανόν να είχε συληθεί ήδη κατά την αρχαιότητα, έχει καταρρεύσει η οροφή και τμήμα των κάθετων κτιστών τοιχωμάτων, το δε υλικό αυτό βρίσκεται επιτόπου.
Ο Σιφνιός αρχαιολόγος Ιάκωβος Δραγάτσης, σε μικρή ανασκαφική έρευνα που πραγματοποίησε τα έτη 1915-1916, βρήκε στην επίχωση του τάφου λίγα ρωμαϊκά όστρακα. Το «Σωρούδι» αποτελεί ένα εντυπωσιακό μνημείο που δεσπόζει στο χώρο της Πούντας αγναντεύοντας τη θάλασσα και είναι ορατό από πολλά σημεία της περιοχής, ενώ έχει άμεση οπτική επαφή με την μυκηναϊκή ακρόπολη του Αγίου Ανδρέα. Δεν αποκλείεται να πρόκειται για τάφο κάποιου μυκηναίου άρχοντα που είχε σχέση με τη θάλασσα και για τον οποίο διάλεξαν αυτή την τόσο προνομιακή θέση στην είσοδο του κόλπου του Πλατύ Γιαλού. Άλλωστε ο Πλατύς Γιαλός είναι ο μοναδικός όρμος προς τον οποίο έχει ορατότητα ο Άγιος Ανδρέας και πιθανότατα ήταν το λιμάνι της Ακρόπολης κατά τη μυκηναϊκή εποχή.
Πηγές: «ΣΙΦΝΟΣ» ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ, ΑΘΗΝΑ 1998, (από κείμενο της αρχαιολόγου κ. Χριστίνας Τελεβάντου) και «ΣΙΦΝΟΣ, ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΑ», ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ Α. ΤΕΛΕΒΑΝΤΟΥ, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, ΚΑ’ ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ, ΑΘΗΝΑ 2008